- Ερρίκος
- I
(Enrico, 1174 – 1216). Λατίνος αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης (1205-16). Πήρε μέρος στην Δ’ Σταυροφορία (1201) και στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης (1204). Ανακηρύχθηκε αντιβασιλιάς το 1205, όταν ο αυτοκράτορας αδελφός του, Βαλδουίνος A’, αιχμαλωτίστηκε στη μάχη της Αδριανούπολης. Τον ίδιο χρόνο κατέλαβε οριστικά τον θρόνο, μετά τον θάνατο του αιχμάλωτου αυτοκράτορα. Ο Ε. ήταν δραστήριος και ικανός, αλλά υποχρεώθηκε να πολεμά κατά των Βουλγάρων, έχοντας ταυτόχρονα εναντίον του τον Έλληνα αυτοκράτορα της Νίκαιας, Λέοντα Σγουρό της Πελοποννήσου, και τον δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Κομνηνό. Το 1214 κατόρθωσε να συνάψει συνθήκη ειρήνης με τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη, που διατηρήθηκε έως τον θάνατό του. Συνέχισε όμως να βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τον δεσπότη Μιχαήλ Κομνηνό και το 1216, σε εκστρατεία κατά του διαδόχου του, δεσπότη Θεόδωρου, αρρώστησε και πέθανε στη Θεσσαλονίκη. Για τον θάνατό του υπάρχει και άλλη άποψη, ότι δηλαδή δηλητηριάστηκε από τον Λομβαρδό κόμη Βιανδράτε, τον σφετεριστή του θρόνου στο βασίλειο της Θεσσαλονίκης.II(Ηenry). Όνομα οκτώ βασιλιάδων της Αγγλίας.1. Ε. A’ (Σέλμπι 1068 – Τζίσορς 1135). Βασιλιάς της Αγγλίας (1100-35). Τέταρτος γιος του Γουλιέλμου του Κατακτητή και της Ματθίλδης της Φλάνδρας, κατέλαβε τον αγγλικό θρόνο όταν πέθανε ο Γουλιέλμος B’ (1100) – μολονότι οι βαρόνοι προτιμούσαν τον μεγαλύτερο αδελφό του, Ροβέρτο, δούκα της Νορμανδίας, που βρισκόταν τότε στην Παλαιστίνη. Τον επόμενο χρόνο απέκρουσε μία απόπειρα επιδρομής που έγινε από τη Νορμανδία· επιτέθηκε εναντίον του Ροβέρτου και τον αιχμαλώτισε (1106) και κατέλαβε επανειλημμένα τη Νορμανδία. Με τον Χάρτη των ελευθεριών (Charter of Liberties) υποσχόταν να σταματήσει την αυθαίρετη είσπραξη χρημάτων που έκανε ο βασιλιάς από τον κλήρο και τους ευγενείς. Αναδιοργάνωσε τη δικαιοσύνη και η πολιτική του, που ήταν εναντίον των βαρόνων, ενίσχυε γενικά την ανάπτυξη των πόλεων.2. Ε. B’ (Λε Μαν 1133 – Σινόν 1189). Βασιλιάς της Αγγλίας (1154-89). Πρωτότοκος γιος του Γοδεφρείδου Πλανταγενέτη και της Ματθίλδης, κόμης του Ανζού· παντρεύτηκε την Ελεονόρα, δούκισσα της Ακουιτανίας, πρώην σύζυγο του Λουδοβίκου Z’ της Γαλλίας, προσθέτοντας έτσι στις κτήσεις του και την Ακουιτανία. Ανέβηκε στον θρόνο το 1154, μετά τον θάνατο του Στέφανου ντι Μπλουά –του οποίου η στέψη είχε προκαλέσει μακρόχρονους αγώνες– και εδραίωσε τη μοναρχική εξουσία περιορίζοντας τους ευγενείς, ενώ ταυτόχρονα υπέταξε την εκκλησιαστική εξουσία στη βασιλική (σύνταγμα του Κλάρεντον). Στην πολιτική του αυτή εναντιώθηκε ο Τόμας Μπέκετ, αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι, που δολοφονήθηκε από οπαδούς του βασιλιά. Η αγανάκτηση της κοινής γνώμης για το έγκλημα αυτό ανάγκασε τον βασιλιά να ζητήσει (και να πετύχει) συγχώρηση από τον πάπα.3. Ε. Γ’ (Γουίντσεστερ 1207 – Λονδίνο 1272). Βασιλιάς της Αγγλίας (1216-72). Πρωτότοκος γιος του Ιωάννη του Ακτήμονα· τον διαδέχθηκε το 1216, αλλά μόνο το 1232 ανέλαβε πραγματικά την εξουσία. Τόσο η εξωτερική όσο και η εσωτερική του πολιτική δημιούργησαν δυσαρέσκειες· οι πολεμικές του επιχειρήσεις απέτυχαν γιατί ήταν ανώτερες από τις δυνάμεις του, ενώ η συχνή παραβίαση της Magna Carta προκάλεσε την αντίδραση των βαρόνων οι οποίοι, με αρχηγό τον Σιμόν ντε Μονφόρ, κατάφεραν να τον αιχμαλωτίσουν (1264) μαζί με τον γιο του, Ριχάρδο. Τον επόμενο χρόνο διέφυγε από την αιχμαλωσία και, αφού συγκέντρωσε στρατό, νίκησε και σκότωσε τον Σιμόν ντε Μονφόρ.4. Ε. Δ’ (Λινκολνσάιρ 1367 – Γουεστμίνστερ 1413). Βασιλιάς της Αγγλίας (1399-1413). Δούκας του Λάνκαστερ, ανέβηκε στον θρόνο ύστερα από επιτυχή εξέγερση εναντίον του Ριχάρδου B’, o οποίος αναγκάστηκε να παραιτηθεί. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του τον απασχόλησαν συνεχείς εξεγέρσεις των ευγενών. Η αντιμετώπιση του οικονομικού προβλήματος, που δημιουργούσε η εσωτερική αυτή ανωμαλία, έδωσε την ευκαιρία στο κοινοβούλιο να εξασφαλίσει μεγαλύτερα προνόμια και να επιβάλει διοικητικές μεταρρυθμίσεις.5. Ε. E’ (Μόνμαθ 1387 – Μπουά ντε Βενσέν 1422). Βασιλιάς της Αγγλίας (1413-22). Πρωτότοκος γιος του Ε. Δ’, τον διαδέχθηκε το 1413, εισέβαλε στη Νορμανδία το 1415 (κατά τη βασιλεία του συνεχιζόταν ο Εκατονταετής πόλεμος), νίκησε στην περίφημη μάχη του Αζενκούρ (1415) και λίγο αργότερα κατέλαβε ολόκληρη τη Νορμανδία. Το 1420, σύμφωνα με τη συνθήκη του Τρουά, παντρεύτηκε την Αικατερίνη της Γαλλίας (κόρη του Καρόλου ΣΤ’) και μπήκε θριαμβευτικά στο Παρίσι. Ανακηρύχθηκε κληρονόμος του Καρόλου ΣΤ’ –ο οποίος θα διατηρούσε τον βασιλικό τίτλο έως τον θάνατό του– και κύριος της Νορμανδίας.6. Ε. ΣΤ’ (Γουίντσορ 1421 – Λονδίνο 1471). Βασιλιάς της Αγγλίας (1422-61, 1470-71). Γιος του Ερρίκου E’ και της Αικατερίνης της Γαλλίας, παντρεύτηκε τη Μαργαρίτα ντ’ Ανζού το 1444, ανέβηκε στον θρόνο νήπιο ακόμα και αργότερα υπέφερε από περιοδικές κρίσεις παραφροσύνης. Η διανοητική του κατάσταση, η αντιπάθεια του λαού για τη βασίλισσα Μαργαρίτα –που στην ουσία κυβερνούσε στις περιόδους της αρρώστιας του βασιλιά– και η κακή οικονομική κατάσταση ενίσχυσαν τον Ριχάρδο, δούκα του Γιορκ, να διεκδικήσει τον θρόνο, ως απόγονος του Εδουάρδου Γ’. Άρχισε έτσι ο εμφύλιος πόλεμος των Δύο Ρόδων, που ονομάστηκε έτσι από τα εμβλήματα των δύο οικογενειών που συγκρούονταν: των Λάνκαστερ (κόκκινο ρόδο) και του Γιορκ (άσπρο ρόδο). Το 1464 ο γιος του Ριχάρδου, Εδουάρδος, συνέλαβε τον Ε., ο οποίος όμως ελευθερώθηκε και ξαναπήρε τον θρόνο του το 1470. Τον επόμενο χρόνο αιχμαλωτίστηκε πάλι και πέθανε στον Πύργο του Λονδίνου.7. Ε. Z’ (πύργος του Πεμπρόουκ 1447 – Ρίτσμοντ, Λονδίνο 1509). Βασιλιάς της Αγγλίας (1485-1509). Γιος του Εδμόνδου Τιδόρ και της Μαργαρίτας Μποφόρ, ήταν ο τελευταίος αντιπρόσωπος –από την πλευρά της μητέρας του– του οίκου των Λάνκαστερ. Το 1485, αφού σκότωσε τον σφετεριστή του θρόνου Ριχάρδο Γ’, παντρεύτηκε την κόρη του Εδουάρδου Δ’ (την Ελισάβετ του Γιορκ)· ένωσε έτσι στην οικογένεια του τα Δύο Ρόδα και τερμάτισε τον φοβερό πόλεμο που αιματοκύλησε τη χώρα για 30 χρόνια. Ενίσχυσε τη βασιλική εξουσία –δίνοντας έτσι τη χαριστική βολή στους ευγενείς, που είχαν ήδη εξασθενήσει από τον πόλεμο των Δύο Ρόδων– και κατηύθυνε την πολιτική με πνεύμα αντιγαλλικό, συνάπτοντας συμφωνίες με την Καστίλη και την Αραγονία της Ισαβέλλας και του Φερδινάνδου του Καθολικού. Προστάτευσε τους ανθρώπους των γραμμάτων και της τέχνης και υποστήριξε τα εξερευνητικά ταξίδια του Καμπότο στον Ατλαντικό.8. Ε. H’ (Γκρίνουιτς 1491 – Γουεστμίνστερ 1547). Βασιλιάς της Αγγλίας και της Ιρλανδίας (1509-47). Δευτερότοκος γιος του Ερρίκου Z’ και της Ελισάβετ του Γιορκ, ανέβηκε στον θρόνο το 1509 και τον ίδιο χρόνο παντρεύτηκε την Αικατερίνη της Αραγονίας, χήρα του αδελφού του, Αρθούρου. Απορροφήθηκε αμέσως από την εξωτερική πολιτική, που διηύθυνε με πνεύμα απαλλαγμένο από κάθε δέσμευση. Το 1511 μπήκε στη Χριστιανική Ένωση (Lega Santa, 1511) και μετά την ήττα των Γάλλων στη μάχη του Γκινεγκάτ (1513) ειρήνευσε με τη Γαλλία (1514) και έδωσε την αδελφή του Μαρία ως σύζυγο στον Λουδοβίκο της Γαλλίας. Όμως, μερικά χρόνια αργότερα (1520), πλησίασε τον Κάρολο E’ και πολέμησε μαζί του εναντίον των πρώην συμμάχων του μέχρι την παραμονή της μάχης της Παβίας (1525), όπου ο Φραγκίσκος A’ αιχμαλωτίστηκε. Τότε φοβήθηκε την αύξηση των αυτοκρατορικών δυνάμεων και, θέλοντας να κρατήσει την ευρωπαϊκή ισορροπία, συμμάχησε πάλι με τη Γαλλία και τον πάπα, τον οποίο είχε υποστηρίξει και στο πνευματικό πεδίο με την Assertio septem sacramentorum contra Lutherum, χάρη στην οποία πήρε και τον τίτλο Defensor Fidei (Υπερασπιστής της Πίστης) που ακόμα φέρουν οι βασιλιάδες της Αγγλίας. Ωστόσο, η επιθυμία του να χωρίσει την Αικατερίνη της Αραγονίας για να παντρευτεί την κυρία της τιμής, Άννα Μπόλεϊν, προκάλεσε τη διάλυση της συμμαχίας του με τη Ρώμη και βαθιές αλλαγές στην εσωτερική πολιτική της χώρας του. Έτσι ο Γουόλσεϊ, που δεν κατάφερε να πετύχει από τον πάπα το διαζύγιο του βασιλιά, παύθηκε (1529), ο Τόμας Κρόμγουελ έγινε πρωθυπουργός (1534), ο Κράνμερ (αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι) ακύρωσε τον γάμο του Ε. με την Αικατερίνη (1533) και ο πρώην καγκελάριος Τόμας Μορ και ο καρδινάλιος Φίσερ καταδικάστηκαν σε θάνατο (1535). Στο μεταξύ, το κοινοβούλιο αφαίρεσε από τον πάπα κάθε εξουσία στα θρησκευτικά ζητήματα της Αγγλίας· και με την Πράξη της κυριαρχίας (1535) έκανε τον βασιλιά αρχηγό της Εθνικής Εκκλησίας. Λίγο αργότερα, ο Ε. κατηγόρησε την Άννα Μπόλεϊν για μοιχεία, την αποκεφάλισε (1536) και παντρεύτηκε την Ιωάννα Σέιμουρ. Ύστερα, αφού η Ιωάννα πέθανε κατά τη διάρκεια τοκετού (1537), παντρεύτηκε την Άννα της Κλέβης την οποία χώρισε σχεδόν αμέσως (1540). Παντρεύτηκε μετά την Αικατερίνη Χόουορντ (που την αποκεφάλισε το 1542) και τέλος την Αικατερίνη Παρ, η οποία και επέζησε. Ήταν έξυπνος και μορφωμένος και ενσάρκωσε το ιδεώδες του ηγεμόνα της Αναγέννησης, όμως με το πέρασμα του χρόνου γινόταν όλο και πιο αυταρχικός, τυραννικός και έρμαιο των παθών του.
Προσωπογραφία του βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκου E’, έργο άγνωστου καλλιτέχνη.
O Ερρίκος H’ της Αγγλίας, έργο του Χόλμπαϊν.
Ο βασιλιάς της Αγγλίας Ερρίκος Z’.
IIIΟ βασιλιάς της Αγγλίας Ερρίκος Δ’ (Εθνική Πινακοθήκη Προσωπογραφιών, Λονδίνο).
(Henri). Όνομα τεσσάρων βασιλιάδων της Γαλλίας.1. Ε. A’ (1008; – Ορλεάνη 1060). Βασιλιάς της Γαλλίας (1031-60). Δευτερότοκος γιος του Ροβέρτου του Ευσεβούς, ανέβηκε στον θρόνο το 1031· βρισκόταν διαρκώς σε σύγκρουση με τη μητέρα του και με τον αδελφό του Ροβέρτο.2. Ε. B’ (Σεν-Ζερμέν-αν Λε 1519 – Παρίσι 1559). Βασιλιάς της Γαλλίας (1547-59). Δευτερότοκος γιος του Φραγκίσκου A’ και της Κλοντ της Γαλλίας. Το 1533 παντρεύτηκε την Αικατερίνη των Μεδίκων και απέκτησε μαζί της δέκα παιδιά. Ανέβηκε στον θρόνο το 1547. Πολέμησε πρώτα εναντίον των Άγγλων, από τους οποίους απέσπασε τη Βουλόνη· ύστερα επανέλαβε τον αγώνα εναντίον του Καρόλου E’ και του διαδόχου του, Φίλιππου B’, με την ελπίδα να υποσκάψει την ισπανική κυριαρχία στην Ιταλία. Με τη συνθήκη του Σαμπόρ (1522) προσάρτησε τις πόλεις Μετς, Τουλ και Βερντέν, στις οποίες προσέθεσε και μερικές πόλεις του Πιεμόντε και της Κορσικής. Η ήττα όμως του Σεν Καντέν (1557) τον ανάγκασε να υπογράψει την ειρήνη του Κατώ Καμπρεζί (1559), η οποία σημείωσε το τέλος των γαλλικών διεκδικήσεων στην Ιταλία. Η βασιλεία του Ε. B’ χαρακτηρίζεται από την οικονομική κρίση που πέρασε τότε η Γαλλία, αλλά ταυτόχρονα και από την ξεχωριστή άνθηση της γαλλικής Αναγέννησης.3. Ε. Γ’ (Φοντενεμπλό 1551 – Σεν Κλου 1589). Βασιλιάς της Γαλλίας (1574-89) και της Πολωνίας (1573). Δούκας του Ανζού, τριτότοκος γιος του Ε. B’ και της Αικατερίνης των Μεδίκων, εχθρός των ουγενότων και ένας από τους υπεύθυνους των σφαγών της νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου (1572). Το 1573 έγινε βασιλιάς της Πολωνίας, αλλά τον επόμενο χρόνο επέστρεψε στη Γαλλία, γιατί πέθανε ο αδελφός του Κάρολος Θ’ τον οποίο και διαδέχθηκε στον θρόνο. Αδύνατος, αναποφάσιστος και διεφθαρμένος, ήταν για πολύ καιρό όργανο του ισχυρού δούκα των Γκιζ στον θρησκευτικό πόλεμο της Γαλλίας μεταξύ καλβινιστών (ουγενότων) και καθολικών, ο οποίος κορυφώθηκε με τον πόλεμο των τριών Ε. (Ε. Ανζού, Ε. των Γκιζ και Ε. της Ναβάρα). Τελικά, αφού δολοφόνησε τον δεύτερο από τους τρεις (1588), ενώθηκε με τον Ε. της Ναβάρα για να βαδίσει εναντίον του επαναστατημένου Παρισιού· δολοφονήθηκε όμως κάτω από τα τείχη της πόλης από τον Ζακ Κλεμάν, έναν φανατικό δομινικανό. Πέθανε χωρίς απογόνους και με αυτόν έσβησε ο κλάδος των Βαλουά.4. Ε. Δ’ (Πο 1553 – Παρίσι 1610). Βασιλιάς της Γαλλίας (1589-1610) και της Ναβάρα (1572-1610). Γιος του Αντωνίου των Βουρβόνων και της Ιωάννας ντ’ Αλμπρέ, ο μόνος που επέζησε μετά τον πόλεμο των τριών Ε. και εκείνος που υπέδειξε ο Ε. Γ’ ως διάδοχό του. Ο Ε. πολιόρκησε το Παρίσι και συγχρόνως προσήλθε στο καθολικό δόγμα (είναι γνωστή η φράση του: «στο Παρίσι αξίζει μια λειτουργία»), γεγονός που τον διευκόλυνε να καταλάβει την πρωτεύουσα (1594) και να γίνει βασιλιάς της Γαλλίας. Επιδέξιος διπλωμάτης, γενναίος, δραστήριος και θαρραλέος, αλλά προπάντων διορατικός πολιτικός, κατάλαβε τη σημασία που είχε για τον λαό του η θρησκευτική γαλήνη, γι’ αυτό και μία από τις πρώτες του ενέργειες ήταν να εκδώσει το 1598 το Διάταγμα της Νάντης (διάταγμα ανεξιθρησκίας), με το οποίο παραχωρούσε στους Διαμαρτυρόμενους θρησκευτική ελευθερία, το δικαίωμα να διορίζονται σε δημόσιες υπηρεσίες και ακόμα ορισμένες οχυρές θέσεις για εγγύηση. Αφού με τον τρόπο αυτό εξασφάλισε την ειρήνη, αφιερώθηκε με τη βοήθεια του υπουργού του, Σιλί, σε ένα μακρόπνοο έργο αναδιοργάνωσης της χώρας. Ανόρθωσε τα οικονομικά, αναδιοργάνωσε το φορολογικό σύστημα, ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την ανάπτυξη της γεωργίας, της βιομηχανίας και του εμπορίου και ευνόησε την αρχή της διείσδυσης στον Καναδά. Στην ακμή της πλούσιας αυτής δράσης του δολοφονήθηκε από έναν φανατικό καθολικό, τον Φρανσουά Ραβαγιάκ. Πρόσφατες μελέτες θεωρούν πως δεν είναι απίθανο η δολοφονία του Ε. να μην ήταν πράξη ενός μεμονωμένου προσώπου, αλλά προμελετημένη ενέργεια του περιβάλλοντος της αυλής, που επιθυμούσε να διαδεχθεί τον Ε. η γυναίκα του, Μαρία των Μεδίκων, ως αντιβασίλισσα του μικρού Λουδοβίκου ΙΓ’. Ο Ε. Δ’ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Γάλλους ηγεμόνες.Προσωπογραφία του Ερρίκου Β’ της Γαλλίας.
Προσωπογραφία του βασιλιά της Γαλλίας Ερρίκου Γ’.
IVΟ βασιλιάς της Γαλλίας Ερρίκος Δ’.
(Heinrich). Όνομα επτά βασιλιάδων της Γερμανίας και αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.1. Ε. A’, ο Ορνιθοθήρας (876; – Μέμλεμπεν, Σαξονία 936). Δούκας της Σαξονίας (912), βασιλιάς της Γερμανίας (919-936). Ενίσχυσε τη βασιλική εξουσία στα γερμανικά δουκάτα, νίκησε τους Ούγγρους (933) και τους έκανε φόρου υποτελείς, αντέκρουσε τους Βένδες, τους Δανούς και τους Τσέχους, οχύρωσε και αποίκισε τις κοιλάδες του Έλβα και του Βέζερ και ευνόησε τις χριστιανικές ιεραποστολές. Το στρατιωτικό και πολιτικό του έργο συνέχισε ο γιος του, Όθων A’ o Μέγας.2. Ε. B’, ο Άγιος (Χίλντεσχαϊμ 973 – Γκέτινγκεν 1024). Βασιλιάς της Γερμανίας (1002-24)και της Ιταλίας, αυτοκράτορας (1014-24)). Πήγε τρεις φορές στην Ιταλία: το 1004 στην Πάβια για να στεφθεί βασιλιάς, το 1013-14 για να στεφθεί αυτοκράτορας και το 1021-24 για να επιχειρήσει την κατάληψη της νότιας Ιταλίας, την οποία κατείχαν οι Βυζαντινοί. Τόσο στην Παβία όσο και στη Ρώμη ξέσπασαν βίαιες λαϊκές εξεγέρσεις με την ευκαιρία των στέψεών του. Η εκστρατεία του στη νότια Ιταλία διακόπηκε ύστερα από ορισμένες επιτυχίες, γιατί ο στρατός του προσβλήθηκε από λοιμό. Στη Γερμανία προσπάθησε να περιορίσει τις επεκτατικές τάσεις των Πολωνών, οι οποίοι (την εποχή του Βολέσλαου του Γενναίου) είχαν καταλάβει εδάφη που εκτείνονταν από τα Καρπάθια μέχρι τη Βαλτική και από τον Δνείπερο μέχρι τον Έλβα. Ο Ε. και η γυναίκα του, Κουνιγούνδη, προστάτευσαν και πλούτισαν την Εκκλησία και συνεργάστηκαν στην κίνηση που άρχισε τότε για την ηθική και πολιτική μεταρρύθμιση του κλήρου, που ολοκληρώθηκε αργότερα από τον πάπα Γρηγόριο Ζ’. Και οι δύο ανακηρύχθηκαν άγιοι.3. Ε. Γ’ ο Μέλας, του φραγκονικού οίκου (1017; – Μπόντφελντ, Χαρτς 1056). Βασιλιάς της Γερμανίας και της Ιταλίας (1039-56) και αυτοκράτορας (1046-56). Έκανε υποτελείς του τους βασιλιάδες της Βοημίας και Μοραβίας, καθώς και της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Αναμείχθηκε στις αναταρραχές που συντάραζαν τη Ρώμη (1046-47), εκθρόνισε τρεις πάπες –που ασκούσαν συγχρόνως παπικά καθήκοντα– και διόρισε πάπα τον Κλήμη B’, επίσκοπο του Μπάμπεργκ, ο οποίος με τη σειρά του τον έστεψε αυτοκράτορα και του αναγνώρισε το προνόμιο να διορίζει τους μέλλοντες πάπες. Έτσι, η εκλογή των παπών αποσπάστηκε από τις σκοτεινές επιδράσεις των ισχυρών ευγενών οικογενειών της Ρώμης· η παποσύνη όμως έγινε υποτελής στην αυτοκρατορία. Ο Ε. εργάστηκε δραστήρια για την ηθική μεταρρύθμιση της Εκκλησίας (η οποία είχε αρχίσει τότε) και ο Κλήμης B’ –και οι άλλοι Γερμανοί πάπες, οι οποίοι είχαν διοριστεί από τον αυτοκράτορα (Δάμασος B’, Λέων Θ’, Βίκτωρ B’)– υπήρξαν άξιοι προωθητές του μεταρρυθμιστικού αυτού έργου. Για να περιορίσει τους εμφύλιους πολέμους, που ήταν πληγή της εποχής, ο Ε. έφερε στη Γερμανία τη θεία εκεχειρία, που υπήρχε ήδη στη Γαλλία.4. Ε. Δ’ (Γκόσλαρ, 1050; – Λιέγη 1106). Βασιλιάς της Γερμανίας και της Ιταλίας (1056-1105) και αυτοκράτορας (1084-1105). Ύστερα από μια περίοδο ανηλικιότητας, κατά την οποία άσκησαν την αντιβασιλεία η μητέρα του, Αγνή του Πουατόν (χήρα του Ερρίκου Γ’) και ανώτεροι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι, ανέλαβε το 1065 προσωπικά τη διακυβέρνηση με αποφασιστικότητα και αυταρχικότητα, σύμφωνα με την αρχή που πρέσβευε της απόλυτης υπεροχής της αυτοκρατορίας, ακόμα και σε σχέση με τον παπικό θεσμό. Αρνήθηκε να αναγνωρίσει (με την επιδοκιμασία μεγάλου μέρους του γερμανικού κλήρου) την απαγόρευση που του επέβαλαν οι πάπες να διορίζει εκκλησιαστικούς άρχοντες (επίσκοπους και ηγούμενους) και η οποία θα του αφαιρούσε τη δυνατότητα να διαθέτει τα μεγάλα και ισχυρά εκκλησιαστικά φέουδα της Γερμανίας. Έτσι, ήρθε σε σύγκρουση με τον Γρηγόριο Z’. Ο αγώνας που επακολούθησε μεταξύ αυτοκρατορικού και παπικού θεσμού (έριδα της περιβολής) κράτησε περίπου μισό αιώνα (1075-1122). Κατά τη σύγκρουση αυτή τα δραματικότερα γεγονότα ήταν: ο πρώτος αναθεματισμός του Ε. και η ταπείνωσή του στον πάπα, όταν, για να μη χάσει την αυτοκρατορία –της οποίας ένα μεγάλο μέρος ξεσηκώθηκε εναντίον του– και για να πετύχει τη λύση του αναθέματος έσπευσε στην Ιταλία και γονατιστός ζήτησε συγνώμη από τον Γρηγόριο Z’ στην Κανόσα της Τοσκάνης (1077). Ύστερα η σκληρή ανταπόδοση που επακολούθησε από τον αυτοκράτορα όταν, μετά τον δεύτερο αναθεματισμό του, αντέταξε στον Γρηγόριο Z’ έναν αντίπαπα, κατέλαβε τη Ρώμη με γερμανικά και ιταλικά στρατεύματα και στέφθηκε από τον αντίπαπα, ενώ ο Γρηγόριος Z’ κλείστηκε στο φρούριο Σαντ Άντζελο και αργότερα κατέφυγε στο Σαλέρνο. Λίγο αργότερα επαναστάτησε εναντίον του ο γιος του, Κονράδος, ο οποίος αναγνωρίστηκε βασιλιάς της Γερμανίας (1087) και της Ιταλίας (1093). Πατέρας και γιος πολέμησαν χωρίς αποτέλεσμα (1094-97). Ο Ε. σε αυτό τον πόλεμο στηρίχθηκε στον δεύτερο γιο του, Ερρίκο E’, τον οποίο όρισε και διάδοχό του αντί του Κονράδου. Όμως μόλις πέθανε ο Κονράδος (1099) επαναστάτησε και ο Ερρίκος E’ εναντίον του πατέρα του, ο οποίος πάλι είχε αναθεματιστεί από τον πάπα Πασχάλιο B’. Μην μπορώντας να τον νικήσει κατέφυγε σε δόλο· τον κάλεσε στην Κωνστάντια, τον συνέλαβε και τον ανάγκασε να παραιτηθεί (Κωνστάντια, 1105). Ο Ε. κατάφερε να ελευθερωθεί και κατέφυγε στη Λιέγη, όπου πέθανε μετά από λίγο καιρό.5. E. E’ (1081; – Ουτρέχτη 1125). Βασιλιάς της Γερμανίας (1105-25) και αυτοκράτορας (1111-25). Αφού σταθεροποίησε τη θέση του πολεμώντας με την υποστήριξη του πάπα τον πατέρα του, Ερρίκο Δ’, όταν ο τελευταίος πέθανε, ακολούθησε την πολιτική του παίρνοντας αδιάλλακτη στάση στο ζήτημα της περιβολής. Το 1110-12 πήγε στην Ιταλία και υποχρέωσε τον πάπα Πασχάλιο B’ (ο οποίος τον έστεψε) να του παραχωρήσει το προνόμιο (1111) της περιβολής των κληρικών. Όμως ο πάπας αμέσως ύστερα ακύρωσε την παραχώρηση αυτή, ενώ η Εκκλησία κληρονομούσε στην Ιταλία τεράστιες εκτάσεις γης της Ματθίλδης της Κανόσα, η οποία πέθανε το 1115. Ο Ε. ύστερα από μια σοβαρή πολιτική κρίση που αντιμετώπισε στη Γερμανία, πήγε στην Ιταλία (1116-18) για να διεκδικήσει την κληρονομιά της Ματθίλδης, πράγμα που σήμαινε πόλεμο με τον πάπα. Ύστερα από αγώνες ετών, ο αυτοκράτορας σύναψε συμφωνία με τον τότε πάπα Κάλλιστο B’ (Κονκορδάτο του Βορμς, 1122), με την οποία έληξε η έριδα της περιβολής. Ο Ε. πέθανε, χωρίς απευθείας απογόνους, το 1125· το πρόβλημα της διαδοχής του προκάλεσε στη Γερμανία τον αγώνα μεταξύ Γουέλφων και Γιβελίνων.6. Ε. ΣΤ’ (Ναϊμέχεν 1165 – Μεσσήνη 1197). Γιος του Φρειδερίκου Μπαρμπαρόσα, βασιλιάς της Γερμανίας και της Ιταλίας (1190-97), χάρη στον γάμο του με την Κοστάντσα ντ’ Αλταβίλα (1186), και αυτοκράτορας (1191-97). Κατά τη βασιλεία του, το βασίλειο της Γερμανίας το διεκδίκησε ο Ερρίκος ο Λέων (αρχηγός των Γουέλφων) και εκείνο της Σικελίας αρχικά ο Τανκρέντι –ηγεμόνας του Λέτσε– και ύστερα ο γιος του τελευταίου, Γουλιέλμος Γ’. Νικητής και στους δύο αυτούς αγώνες, επιχείρησε, όπως και ο πατέρας του Φρειδερίκος Μπαρμπαρόσα, να υποτάξει τις κοινότητες της κοιλάδας του Πάδου και της Τοσκάνης, χωρίς να πετύχει αξιόλογα αποτελέσματα. Οργάνωσε μια Σταυροφορία στην οποία δεν μπόρεσε να πάρει ο ίδιος μέρος, γιατί έπρεπε vα αντιμετωπίσει μια εξέγερση στη Σικελία, στην οποία (όπως φαίνεται) δεν ήταν αμέτοχη η γυναίκα του Κοστάντσα. Μόλις κατάφερε, με ανελέητη σκληρότητα, να καταστείλει την επανάσταση, πέθανε ενώ ήταν έτοιμος να φύγει για τους Αγίους Τόπους.7. Ε. Z’ του Λουξεμβούργου (1275; – Μπουονκονβέντο, Σιένα 1313). Βασιλιάς της Γερμανίας και της Ιταλίας (1308-13) και αυτοκράτορας (1312-13). Ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας που έβαλε στο πρόγραμμά του την αποκατάσταση της αυτοκρατορικής εξουσίας στην Ιταλία, όπου, ύστερα από τον θάνατο του Φρειδερίκου B’ (1250), δεν είχε πάει πια κανείς αυτοκράτορας. Το 1310 πήγε στην Ιταλία ως ανώτατος ρυθμιστής και ειρηνευτής των κομμάτων· πέτυχε ορισμένα αποτελέσματα στην περιοχή της κοιλάδας του Πάδου, αλλά του αντιστάθηκαν η Φλωρεντία και η Ρώμη, τις οποίες υποστήριζε ο Ροβέρτος ντ’ Ανζού, βασιλιάς της Νάπολης και αρχηγός των Γουέλφων της Ιταλίας, του οποίου ο Ε. ήθελε να πάρει το βασίλειο. Στέφθηκε στο Λατερανό από απεσταλμένο του πάπα της Αβινιόν (ο Άγιος Πέτρος και το Βατικανό είχαν καταληφθεί από τις δυνάμεις του Ντ’ Ανζού). Ενώ ετοιμαζόταν να επιτεθεί εναντίον της Φλωρεντίας, πέθανε κάτω από σκοτεινές συνθήκες. Ο Δάντης –που όλα τα κακά της Ιταλίας τα απέδιδε στην εγκατάλειψή της από τους αυτοκράτορες– είχε εμπιστοσύνη στον Ε. και, όταν ο τελευταίος κατέβηκε στην Ιταλία, του απηύθυνε εμπνευσμένες επιστολές.Ο αυτοκράτορας Ερρίκος Δ’, ο Γρηγόριος Z’ και η Ματθίλδη της Κανόσα, σε μικρογραφία από τη «Ζωή της Ματθίλδης» (1114) (Βατικανό, Ρώμη).
VΗ είσοδος του Ερρίκου ΣΤ’ στη Ρώμη, μικρογραφία από το «Liber ad honorem August» του Πιέτρο ντα Έμπολι.
(Enrique). Όνομα τεσσάρων βασιλιάδων της Καστίλης.1. Ε. A’ (1202 – 1217). Βασιλιάς της Καστίλης (1214-17). Γιος του βασιλιά της Καστίλης Αλφόνσου H’ και της Ελεονόρας, της κόρης του Ερρίκου B’ της Αγγλίας. Ανέβηκε στον θρόνο μετά τον θάνατο του πατέρα του και βασίλεψε με κηδεμόνα του την αδελφή του. Σκοτώθηκε σε εμφύλιο πόλεμο που εκδηλώθηκε μετά την κατάληψη της αρχής, από τον Αλβάρο ντε Λάρα.2. Ε. B’ (1333 – 1379). Βασιλιάς της Καστίλης (1369-79) και κόμης της Τρασταμάρα, νόθος γιος του Αλφόνσου IA’ . Στράφηκε εναντίον του βασιλιά αδελφού του, Πέτρου του Ωμού, ως επικεφαλής των δυσαρεστημένων υπηκόων του. Σε βοήθεια του Πέτρου έσπευσε με στρατό ο πρωτότοκος γιος του Εδουάρδου Γ’ της Αγγλίας. Μετά την αποχώρηση των Άγγλων, ο E., με τη βοήθεια των Γάλλων νίκησε τον αδελφό του, τον οποίο και δολοφόνησε. Έγινε τότε βασιλιάς της Καστίλης και βασίλεψε επί δέκα χρόνια.3. Ε. Γ’, ο Ασθενικός (1379 – 1406). Βασιλιάς της Καστίλης (1390-1406). Ήταν εγγονός του Ερρίκου B’. Πρώτος αυτός, ως διάδοχος του θρόνου πήρε τον τίτλο του πρίγκιπα των Αστουριών και από τότε οι Ισπανοί διάδοχοι του θρόνου έφεραν τον ίδιο τίτλο. Έγινε βασιλιάς το 1393, αφού ενηλικιώθηκε. Ο Ε., δραστήριος και πολιτικά ικανός ηγεμόνας, επέβαλε την τάξη στις επαρχίες του κράτους του και υποχρέωσε τους ευγενείς να του αποδώσουν εκτάσεις γης που ανήκαν στο Στέμμα.4. Ε. Δ’, ο Αδύνατος (1425 – 1474). Βασιλιάς της Καστίλης (1454-74). Διαδέχθηκε στον θρόνο τον πατέρα του Ιωάννη B’ το 1454. Προκάλεσε πολύχρονο εμφύλιο πόλεμο όταν αποπειράθηκε vα αποκλείσει την αδελφή του Ισαβέλλα από τα δικαιώματά της στον θρόνο της Καστίλης. Ο ίδιος υπήρξε σωματικά και πνευματικά αδύνατος και η βασιλεία του θεωρείται από όλους καταστρεπτική για τη χώρα του.VI(Heinrich). Όνομα διαφόρων δουκών της Βαυαρίας.1. Ε. B’, oΓιαζομιργκότ (1114 –1177). Δούκας της Βαυαρίας και της Αυστρίας. Οφείλει την επωνυμία Γ. από τη φράση που επαναλάμβανε συνεχώς, ja so mir Gott helfe (ας μου είναι ο θεός βοηθός). Παντρεύτηκε τη χήρα του Ερρίκου του Υπερήφανου (βλ. 2.) και όταν χήρεψε παντρεύτηκε –στη διάρκεια της Β’ Σταυροφορίας, στην οποία και ο ίδιος είχε πάρει μέρος– τη βυζαντινή πριγκίπισσα Θεοδώρα, ανιψιά του αυτοκράτορα Μιχαήλ. Στα χρόνια της ηγεμονίας του η Αυστρία έγινε Μέγα Δουκάτο και οχυρώθηκε η Βιέννη.2. Ε. Γ’, ο Υπερήφανος (1108; – 1139). Δούκας της Βαυαρίας (1126-38) και της Σαξονίας (1137-38). Ήταν μέλος της οικογένειας των Γουέλφων και γαμπρός (από θυγατέρα) του αυτοκράτορα Λοθαρίου Γ’, ο οποίος του παραχώρησε ως φέουδο τη Σαξονία. Ο Ε. δεν κατόρθωσε να γίνει βασιλιάς, γιατί οι Γερμανοί ηγεμόνες προτίμησαν τον Κονράδο Γ’, ο οποίος επεδίωξε μετά την εκλογή του να του αφαιρέσει τα διάσημα της αυτοκρατορικής εξουσίας των οποίων ήταν κάτοχος. Σε αντάλλαγμα, ο Ε. ζήτησε να του κατακυρωθεί το δουκάτο της Σαξονίας. Ο αυτοκράτορας όμως όχι μόνο αρνήθηκε αλλά το 1138 του απέσπασε και τα δύο δουκάτα του.3. Ε. ο Λέων (1129 – 1195). Δούκας της Βαυαρίας (1156-80) και της Σαξονίας (1142-80), γιος του Ερρίκου του Υπερήφανου. Από τα δύο δουκάτα που είχε αφαιρέσει από τον πατέρα του ο αυτοκράτορας Κονράδος Γ’, επανέκτησε τη Σαξονία το 1142. Όμως το 1156 ο αυτοκράτορας Φρειδερίκος, που κατείχε τη Βαυαρία, την εγκατέλειψε και ο Ε. –κύριος πια μεγάλου κράτους– κατόρθωσε να επεκτείνει την εξουσία του από τη Βαλτική θάλασσα μέχρι την Αδριατική. Ίδρυσε τότε το Μόναχο και το Λίμπεκ. Το 1172 ήταν μεταξύ των Σταυροφόρων που έφτασαν στους Αγίους Τόπους. Γενναίος και χριστιανός, έχτισε πολλές εκκλησίες και ίδρυσε το τάγμα των Κιστερκιανών. Επειδή αρνήθηκε να βοηθήσει τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο στην εκστρατεία του στην Ιταλία (1176), ο δυσαρεστημένος αυτοκράτορας τον κήρυξε έκπτωτο (1180). Ο Ε. υποχρεώθηκε τότε να καταφύγει στην Αγγλία, όπου για μερικά χρόνια έζησε εξόριστος. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του προσπάθησε να επανακτήσει ό,τι έχασε, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Από τους δύο γιους του, ο ένας έγινε αυτοκράτορας με το όνομα Όθων Δ’ και ο άλλος, ο Ερρίκος, έγινε κόμης παλατινάτος του Ρήνου.
Dictionary of Greek. 2013.